Πάντα μου έκανε εντύπωση πόσο εύκολα και ζωντανά θυμούνται οι άνθρωποι τις αρνητικές εμπειρίες, ενώ δεν θυμούνται αντίστοιχα με ένταση και λεπτομέρειες τις θετικές εμπειρίες. Ρώτησα σε μια ομάδα μητέρων να μου αναφέρουν τα καλά χαρακτηριστικά που διακρίνουν στο παιδί τους και, αφού δυσκολεύτηκαν σημαντικά να τα βρουν, μου είπαν στο τέλος, κάπως ένοχα, πως τους είναι πιο εύκολο να βρουν τα αρνητικά των παιδιών τους παρά τα θετικά. Γιατί το μυαλό μας έχει την τάση να εστιάζει στο αρνητικό και όχι στο θετικό;
Από την άλλη, συνάντησα ανθρώπους με ιδιαίτερη ανθεκτικότητα και δύναμη. Εμπνεύστηκα από αυτήν τη δύναμη και διαπίστωσα ότι σε πολλές περιπτώσεις αναδεικνυόταν μέσα από τα αποκαΐδια κάτι πολύ όμορφο και θαυμαστό. Όταν άκουγα τις ιστορίες μεταμόρφωσης παιδιών και ενηλίκων στον εργασιακό μου χώρο, κάτι ξεχείλιζε μέσα μου. Δύσκολο να κρατήσεις τέτοιο θαύμα για σένα μόνο. Κάπως έτσι ξεκίνησε η ιδέα του βιβλίου.
Κάθε άλυτη αρνητική εμπειρία, κάθε πληγή που μένει ανοιχτή και αναπαράγεται, ορίζεται ως τραύμα. To τραύμα αποτελεί μέρος της ατομικής μας ταυτότητας. Είτε πρόκειται για ατομικό ψυχικό τραύμα, είτε για συλλογικό, ιστορικό ή πολιτισμικό τραύμα, οι αντιδράσεις μας μας αποδιοργανώνουν και συχνά καταλήγουν να μας εξουθενώνουν.
Τι γίνεται με όσους βίωσαν τραύμα στην παιδική ηλικία; Μπορεί ποτέ να υπάρξει ίαση; Πώς χτίζεται το τραύμα; Ποιοι μηχανισμοί συντηρούν τη μνήμη και τρέφουν τον πόνο; Θεραπεύεται το πολιτισμικό και συλλογικό τραύμα; Πώς μπορώ να ελέγξω τις σκέψεις μου; Πώς εξελίσσονται οι σκέψεις σε παράπονο; Μπορώ να συγχωρήσω τον εαυτό μου; Πόσο χώρο καταλαμβάνει στο μυαλό το δυσάρεστο γεγονός;
Μικρά θαύματα καθημερινών ανθρώπων, που ξυπνούν την ψυχή και δεν αφήνουν τη νέκρα του κακού να την αγγίξει.
Με ποιον τρόπο γίνεται η υγιής ένταξη του τραύματος στη ζωή μας; Χρειάζεται να ανακατασκευάσουμε τις αλήθειες της παιδικής μας ηλικίας, να αλλάξουμε τα γυαλιά που φοράμε, να αλλάξουμε την ιστορία που λέμε στον εαυτό μας χρόνια τώρα, να μετακινηθούμε και να δούμε τη ζωή μας από μια διαφορετική οπτική γωνία. Να δώσουμε χώρο στον εαυτό μας και στον άλλο, να χωρέσουμε υπαρξιακά μαζί του, να του επιτρέψουμε να σχετιστεί μαζί μας, να τον συν-χωρέσουμε μέσα μας.
Με τη συγχώρηση, μια κατεξοχήν πράξη δύναμης και ανιδιοτέλειας, ανακτάμε τη δύναμη που έχουμε παραχωρήσει σε αυτόν που μας έβλαψε και που τον θεωρούμε υπαίτιο των συναισθημάτων μας. Μόνον τότε ελευθερωνόμαστε από το βάρος των σκέψεων και αφήνουμε την καρδιά να πλατύνει και να τους αγκαλιάσει όλους.
Ο δρόμος της συγγνώμης και της συμφιλίωσης είναι δύσκολος και ανηφορικός. Η συγχώρηση είναι μια αγαπητική κίνηση προς τον άλλο που μας έβλαψε και έχει στόχο την ενότητα. Δεν παραμένω με αυτολύπηση και με παράπονο μέσα στο πρόβλημα, δεν είμαι ο καημένος και το θύμα, αλλά γίνομαι μέρος της λύσης του προβλήματος. Όπως η δωδεκάχρονη Άννα, που μπόρεσε να συγχωρέσει τη νεκρή γιαγιά της γιατί κατάφερε να δει το γεγονός με διαφορετική ματιά. Το ίδιο και τα δίδυμα αδέλφια, η Δήμητρα και ο Χάρης, έδειξαν ψυχική ανθεκτικότητα και μπόρεσαν να διαχειριστούν το τραύμα της διάστασης των γονέων τους, η καθηγήτρια βρήκε το θάρρος να ζητήσει συγγνώμη μπροστά σε όλο το σχολείο, ο Σπύρος αντέχει επιτέλους να μην είναι πρώτος από όλους και ο Γιάννης κατάφερε να σμίξει τους εν διαστάσει γονείς του. Μικρά θαύματα καθημερινών ανθρώπων, που ξυπνούν την ψυχή και δεν αφήνουν τη νέκρα του κακού να την αγγίξει.
Αναδημοσίευση απο τον ιστότοπο Διάστιχο